Κυριακή 18 Μαρτίου 2012

Και . . . . . λίγη ιστορία για τον τόπο μας .

Πέρασμα ανθρώπων και ιδεών η περιοχή της Αθαμανίας - Αργιθέας .
Ένωσε τις ιστορικές περιοχές του δυτικού ελληνικού κόσμου με τον χώρο του Αιγαίου . Ενδιαφέροντα στοιχεία μελέτης .


Η αρχαιολογική έρευνα πιστοποιεί ότι η κατοίκηση της περιοχής και η χρήση των διαβάσεων ανάγεται - μέχρι στιγμής - στη Μέση Εποχή του Χαλκού .
Παρά τη φαινομενική απομόνωση της περιοχής της Αθαμανίας και το αδιαπέραστο του φυσικού της αναγλύφου, αποτέλεσε διαχρονικό πέρασμα ανθρώπων και ιδεών και ένωσε τις ιστορικές περιοχές του δυτικού ελληνικού κόσμου με τον χώρο του Αιγαίου. Κατά την ελληνιστική περίοδο χρησιμοποιήθηκε ως κύρια οδός των στρατιών που συγκρούστηκαν για την κυριαρχία στον ελλαδικό χώρο και διαδραμάτισε καταλυτικό ρόλο στη διευθέτηση των ελληνικών πραγμάτων από την αναδυόμενη δύναμη της Ρώμης.
Καθ’ όλη τη διάρκεια αυτών των χιλιετιών, η οικονομία της περιοχής, ο τρόπος ζωής, η οικιστική οργάνωση και το οδικό δίκτυο αναπτύχθηκαν με βάση το έντονο γεωγραφικό ανάγλυφο και ουσιαστικά δεν μεταβλήθηκαν έως τις μέρες μας. Πρόκειται για στοιχεία του αρχαιολόγου κ. Λεωνίδα Χατζηαγγελάκη, ο οποίος αναφέρεται στην περιοχή της Αθαμανίας-Αργιθέας.
Ο ταξιδιώτης .

Ο ταξιδιώτης, είτε ερχόμενος από τη Θεσσαλία προς την Ήπειρο είτε ακολουθώντας αντίστροφη πορεία, σχηματίζει την εντύπωση μιας απομονωμένης περιοχής που δύσκολα επικοινωνεί με τον υπόλοιπο ελλαδικό χώρο. Η εντύπωση αυτή οφείλεται στη μορφολογια του εδάφους, καθώς στην περιοχή της νότιας Πίνδου υψώνονται σαν τείχη οι ορεινοί όγκοι.
Ο Ασπροπόταμος – Αχελώος – στα ανατολικά, ο Άραχθος στα δυτικά και οι παραπόταμοί τους, διασχίζοντας την ενδοχώρα δημιουργούν ένα πολύπλοκο δίκτυο χαραδρώσεων, με λίγα ορεινά πλατώματα και κατά συνέπεια ελάχιστη καλλιεργήσιμη γη. Την εικόνα της απομόνωσης επιτείνει το κλίμα της περιοχής που σε γενικές γραμμές χαρακτηρίζεται από βαρείς χειμώνες και σύντομα, αλλά δροσερά, καλοκαίρια.
Οι πληροφορίες που έχουμε για το οδικό δίκτυο της αχανούς αυτής περιοχής που, οι αρχαίοι δίκαια ονόμαζαν Άπειρο χώρα, προέρχονται, σύμφωνα με τον αρχαιολόγο, από τα μονοπάτια των χρόνων της Τουρκοκρατίας. Όταν μιλάμε για τα περάσματα της Αθαμανίας προς την Αμβρακία, αναφερόμαστε, συνήθως στα παλαιά μονοπάτια που έμειναν σε χρήση έως τη δεκαετία του 1950.
Η αναφορά στις αρχαίες θέσεις [δεν είναι δυνατό να είναι χρονολογική, παρά (αυτό μπορεί να διαγραφεί) μόνο ] είναι γεωγραφική, αφού η έρευνα, προσθέτει ο ίδιος, που μόλις τις τελευταίες δεκαετίες έστρεψε την προσοχή της στη νότια Πίνδο, δεν έχει ακόμη καταφέρει να συνθέσει τη χρονική συνέχεια και τη χρήση όλου του πλέγματος των αρχαίων καταλοίπων. Αυτό οφείλεται και στο γεγονός ότι η περιοχή του Ασπροποτάμου δεν έτυχε μέχρι σήμερα συστηματικής έρευνας, ενώ νοτιότερα η περιοχή της Αργιθέας προηγείται στον τομέα αυτό, με τη διενέργεια συστηματικών πλέον ερευνών τα τελευταία έτη. Μοιραία, λοιπόν, το βάρος των αναφορών θα πέσει στη νότια περιοχή, όπου τα αρχαία κατάλοιπα είναι συστηματικότερα καταγεγραμένα και έχουν συνδεθεί με ιστορικές πηγές και άλλες πληροφορίες.
Αργιθέα .

Η περιοχή της σημερινής Αργιθέας με τους δήμους και τα χωριά της αποτελούσε στην αρχαιότητα τμήμα της Αθαμανίας. Πρόκειται, τονίζει ο κ. Χατζηαγγελάκης, για την περιοχή της νότιας Πίνδου που διαρρέεται από τον Άνω Αχελώο – τον αρχαίο Ίναχο- και εκτεινόταν στα βόρεια από το όρος Λάκμος ή Λάκμων (Περιστέρι) έως τη βορειοανατολική περιοχή των Αγράφων στα νότια. Περιελάμβανε το νοτιοανατολικό τμήμα της Ηπείρου, ανατολικά του Άραχθου ποταμού, στο χώρο που καλύπτουν τα Αθαμανικά όρη (Τζουμέρκα), και το δυτικό, ορεινό τμήμα της Θεσσαλίας, που ορίζεται από μια σειρά κορυφών της Πίνδου, το Κερκέτιο όρος (Κόζιακας) και το όρος Ίταμος, με κατεύθυνση από ΒΔ προς ΝΑ, σχηματίζοντας ένα «ορεινό τείχος» ανάμεσα στην Αθαμανία και τη Θεσσαλία. Ο Στράβωνας, ορίζοντας την περιοχή της Θεσσαλίας, αναφέρει ότι στα δυτικά την περιέκλειαν «οι Αιτωλοί και οι Ακαρνάνες και οι Αμφιλόχιοι και από τους Ηπειρώτες οι Αθαμάνες και οι Μολοσσοί.
Σε αρκετές θέσεις της περιοχής των Αθαμάνων, σύμφωνα με τον κ. Χατζηαγγελάκη, υπάρχουν ερείπια οικισμών και οχυρών ως επί το πλείστον των ιστορικών χρόνων. Οι πιο πολλές βρίσκονται κατά μήκος των αρχαίων δρόμων και διαβάσεων, όπως αναφέραμε. Δύσκολα, όμως, μπορούν να ταυτιστούν οι θέσεις των πόλεων που αναφέρει ο Τίτος Λίβιος με τις θέσεις στις οποίες υπάρχουν αρχαία λέιψανα.
Συμπέρασμα .

Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε, προσθέτει ο αρχαιολόγος, ότι παρά τη φαινομενική απομόνωση της περιοχής της Αθαμανίας και το αδιαπέραστο του φυσικού της ανάγλυφου, αποτέλεσε διαχρονικό πέρασμα ανθρώπων και ιδεών και ένωσε τις ιστορικές περιοχές του δυτικού ελληνικού κόσμου με τον χώρο του Αιγαίου. Κατά την ελληνιστική περίοδο χρησιμοποιήθηκε ως κύρια οδός των στρατιών που συγκρούστηκαν για την κυριαρχία στον ελλαδικό χώρο και διαδραμάτισε καταλυτικό ρόλο στη διευθέτηση των ελληνικών πραγμάτων από την αναδυόμενη δύναμη της Ρώμης. Καθ’ όλη τη διάρκεια αυτών των χιλιετιών, η οικονομία της περιοχής, ο τρόπος ζωής, η οικιστική οργάνωση και το οδικό δίκτυο αναπτύχθηκαν με βάση το έντονο γεωγραφικό ανάγλυφο και ουσιαστικά δεν μεταβλήθηκαν έως τις μέρες μας.
Η αρχαιολογική έρευνα πιστοποιεί ότι η κατοίκηση της περιοχής και η χρήση των διαβάσεων ανάγεται - μέχρι στιγμής - στη Μέση Εποχή του Χαλκού. Οι επιφανειακές έρευνες του κ. Λεωνίδα Π. Χατζηαγγελάκη και των συνεργατών του στην περιοχή αυτή έφεραν στο φως και αρχαιολογικά στοιχεία της Μέσης Παλαιολιθικής Εποχής.

ΕΡΕΥΝΑ .

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Καπροιτη σαν ορεινός που είσαι γράψε τη δική σου ιστορία για τον τόπο σου. Εμείς οι ορεινοί τα ξέρουμε καλύτερα και ειδικότερα οι καπροιτες που είχαν γράψει τη δική τους ιστορία με τις γκλίτσες!!!!!!!!!!!

Ανώνυμος είπε...

Να υποθέσω ότι δεν σου αρέσουν οι ιστορίες με τις γκλίτσες ; Έχεις τραυματικές εμπειρίες ;

ΚΑΠΡΟΪΤΗΣ είπε...

Και οι ιστορίες με τις γκλίτσες , είναι κάποιες ιστορίες . Σε άλλους αρέσουν , σε άλλους όχι . . .